Έγραψα το κείμενο αυτό στο αποκαλόκαιρο της περασμένης χρονιάς και μετά την επίσκεψή μου στη γειτονική χώρα. Αφορμή για το ταξίδι ήταν ένας γάμος φίλων, ενός Έλληνα με μία Τουρκάλα. Ήταν από τους ωραιότερους γάμους που έχω πάει όχι μόνο για το όμορφο ηλιοβασίλεμα στην όχθη του Βοσπόρου με την εικόνα ενός ευτυχισμένου ζευγαριού, αλλά γιατί ήρθα σε επαφή -ίσως πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό- με τους “γείτονες”. Θυμάμαι μεγαλώνοντας να ακούω για τους “κακούς που ζουν δίπλα μας” και για “τη συνεχή απειλή που έχουμε πάνω από το κεφάλι μας”. Όμως αυτό που έζησα το καλοκαίρι δεν ανταποκρινόταν σε αυτά! Πρόκειται για έναν λαό που μας μοιάζει όσο κανείς. Κάπως έτσι γεννήθηκε το παρακάτω κείμενο.
Και τώρα σε μία τεράστια καταστροφή που σημαδεύει τη γενιά μας, θα πρέπει να επιλέξουμε τί εικόνα θα δώσουμε εμείς στα παιδιά μας για τους γείτονες. Θα αφήσουμε την πολιτική των κυβερνήσεων να μας επηρεάσει ή θα σταθούμε άνθρωποι δίπλα τους, στην καταστροφή που περνάνε.
Εγώ τουλάχιστον στα παιδιά μου θέλω να δείξω την αγάπη.. Βοήθησε τον πληγωμένο, τον γείτονα, τον άγνωστο. Μείνε Άνθρωπος για τον άνθρωπο…
“Δύο θείες κάθονται…σε ένα πεζούλι.
Μια φτωχογειτονιά, πολυκατοικία παλιά που φαίνεται ότι οι ένοικοι δεν έχουν χρήματα να τη συντηρήσουν. Δεν καταλαβαίνω τι λένε και ας είμαι κοντά.
Βαβέλ.
Ίδιες θα είναι οι κουβέντες φαντάζομαι. Λίγο η κούραση από τα τόσα χρόνια δουλειάς, λίγο από την αδικία, λίγο από τη φτώχεια. Με αγάπη όμως και ευγνωμοσύνη κυλούν όλες οι κινήσεις. Λείπει το παράπονο ή τουλάχιστον δεν υπερισχύει. Έχουν μάθει να ζουν μέσα σε αυτόν τον άδικο κόσμο και έχουν καταφέρει να βλέπουν την ευτυχία σε αυτόν. Όχι στα πλούτη αλλά στον άνθρωπο. Όχι στις ανέσεις αλλά στη ψυχή. Αν τους ρωτήσεις τι είναι η ευτυχία νομίζω θα σου περιγράψουν μυρωδιά και γεύση και ονόματα. Ονόματα ανθρώπων γιατί για τις “θείες” δεν υπάρχει θετικό συναίσθημα χωρίς κύριο όνομα.
Έχω ξαναδεί την ίδια εικόνα στις δικές μου μου θείες. Στα δικά μας σκαλοπάτια. Στα σπίτια που μένουμε και φτιάχνουμε τις δικές μας μυρωδιές και όνειρα. Με τα δικά μας κύρια ονόματα.
Και ξέρεις πού καταλήγω; Μας έπεισαν να μισούμε. Μας έπεισαν ότι “οι άλλοι” είναι οι κακοί και να τους καταδιώκουμε για πάντα. Φυσικά το ξέρω ότι έγιναν εγκλήματα και από τις δύο πλευρές αυτό δεν αμφισβητείται. Κόσμος πόνεσε, έχασε κύρια ονόματα που του έδιναν ευτυχία. Ξεριζωμός. Αλλά μας έπεισαν για αυτό.
Οι λόγοι τους; Πολλοί! Εγωιστικοί, οικονομικοί, κάποιοι άξιοι ψυχιατρικού ενδιαφέροντος. Αν εξαιρέσεις την πολιτική δεν υπάρχει λαός που να ταιριάζει περισσότερο σε εμάς από τους Τούρκους. Οι “θείες”, και στις δύο χώρες ζουν μεσα στο άδικο, ας μη δεχτούμε και το μίσος που μας προμοτάρουν.”
Φωτογραφία: 1910. Συλλογή Α. Μαΐλλη. Σμύρνη.
Επιμέλεια κειμένου: Ιωάννης Οικονόμου